- Μύνδου
- Μύνδοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μυνδοῦ — μυνδός dumb masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σπόγγων ύφαλος — Ονομασία δύο υφάλων. Ο πρώτος βρίσκεται κοντά στο Κουφονήσι, στη νοτιοανατολική άκρη της Κρήτης και οφείλει το όνομά του στα πολλά σφουγγάρια που υπάρχουν εκεί. Ο άλλος βρίσκεται δυο μίλια δυτικά από την ακτή της Μύνδου, στην περιοχή της… … Dictionary of Greek